Αν παραστεί ανάγκη, μια απόφαση μπορεί να διορθωθεί ή ερμηνευθεί, είτε αυτεπαγγέλτως από το διαιτητικό δικαστήριο, είτε με αίτηση ενός μέρους που υποβάλλεται εντός προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίηση της διαιτητικής αποφάσεως, δυνάμενης να παραταθεί με απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου. Μετά πάντως την παρέλευση της προθεσμίας αυτής ή της δοθείσης παρατάσεως, δεν υπάρχει υποχρέωση του διαιτητικού δικαστηρίου να προβεί σε διόρθωση ή ερμηνεία της αποφάσεως. Το διαιτητικό δικαστήριο προβαίνει στη διόρθωση ή ερμηνεία της αποφάσεως εντός προθεσμίας 30 ημερών από την υποβολή της ως άνω αιτήσεως. Το διαιτητικό δικαστήριο μπορεί να προβεί αυτεπαγγέλτως στη διόρθωση ή ερμηνεία της αποφάσεως εντός προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίησή της στα μέρη.
Η διόρθωση ή ερμηνεία γίνεται με την έκδοση συμπληρωματικής αποφάσεως.
Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η εξουσία του διαιτητικού δικαστηρίου παραμένει, ακόμη και αν έχει εκδοθεί η οριστική απόφαση.
Όταν η διόρθωση ή ερμηνεία γίνεται με αίτηση ενός μέρους, καλείται και το άλλο μέρος, προκειμένου να διατυπώσει τις απόψεις του επί της αιτηθείσας διόρθωσης ή ερμηνείας.